10.9.12

«Το πιο μακρύ ταξίδι τους αυτό …» παντοφλες - ανοικτου τυπου πλοια...



«Δεν έκαναν  ταξίδια μακρινά….» Μοναχα μεχρι την ακτη την απεναντι… Προασπισμενη λενε η θαλασσσα κ προασπισμενη κ  η περιοχη … δεν κινδυνεουν… «μικρη» η θαλασσα τους μικρη  κ η ακτοπλοια τους….
.….
 «οι φίλοι τους φεγγάρια, ήταν νησιά» …Στο χαρτη τον ναυτικο μια , δυο οι πορειες τους ολες κ ολες οι χαραγμενες… Ατερμονες, αεναεες , επαναλαμβανομενες… δεν υπαρχουν νησια ανγωστα , μητε ξερες κρυφες κ υφαλοι… Όλα γνωστα, όλα μονοτονα γνωριμα…Τα φεγγαρια των νυχτερινων δρομολογιων λοιπον πηραν την θεση των νησιων των αγνωστων…εκεινων  που ποτε ο καβος τους δεν θα τα απαγκιασει…μητε το αντιμαμαλο των βραχων τους θα νοιωσουν…

 «Το πιο μακρύ ταξίδι τους  αυτό …» λοιπον… των πορθειων…προορισμος τους η ζευξη των κοντινων ακτογραμμων… Ιδιος ο μωλος, ιδιος ο ντοκος, ιδια η ωρα .Το δρομολογιο τους προκαθαρισμενο κ αυστηρα καθορισμενο… Που κ που καμια φουρτουνα, ισα να «αλμυρισουνε» κ κανενα απαγορευτικο να σπασει την ρουτινα…κανενας καυγας οδηγων… καμια αδημονουσα αγριοφωνη…

Θα μπορουσαν λοιπον οι στιχοι παραφρασμενοι να ειχανε γραφτει για τα ταπεινα , τα μικρα κ ακουραστα φερρυ των πορθμειων … τις «παντοφλες…»

Αναυτο ονομα κ ακαιρο για πλεουμενα…. Θυμιζει σπιτι, θυμιζει χαζουρι, θυμιζει στερια κ όμως ταιριαστο απολυτα για τα σκαρια αυτά… Είναι το σχημα βεβαιως βεβαιως που παραπεμπει απευθειας σε «πατουμενο», είναι όμως κ η «ψυχολογια» τους - αν υπαρχει τετοια που συναδει με της στεριας «την ασφαλεια»… Τραβηγμενος ισως ο συνειρμος αλλα…χωρος οχηματων ανοιχτος κ μη στεγασμενος λεει ο ορισμος… κ κομοδεσια κ υπερκατασκευη από πανω τους σε Π στηριζομενο….Ελληνικης ναυπηγισης κ πατεντας ( κυριως…) δεκαετιων «χρυσων» όπως του 70 κ του 80…

Προδρομος τους λεει τα περαματα .. .τα θρυλικα εκεινα –αυτοκινουμενα ή μη- περασματα της κοντινης στεριας… Στην λευκαδα θυμουνται οι παλιοι την Βερα να κινα τα συρματα  κ το περαμα να ενωνει το νησι με της αιτωλοακαρνανιας την στερια… Κ εγω θυμαμαι να περιμενουμε τα συρματα να βουλιαξουνε καλα για να περασουμε από πανω τους…

Και σκεφτομαι πως παραειναι παρατημενα στην μοιρα τους , παραμελημενα στην ληθη τους κ ταπεινα… Κ ισως δεν τους πρεπει…Και προσπαθω να ανακαλεσω μνημες ετσι ισα να γραφτουνε κ για τουτα δυο αραδες…


Και θυμαμαι της Κερκυρας τις παντοφλες… τοτε που μας πηγαινοφερναν από το νησι απεναντι… Στα παιδικα τα ματια μου , ιδιες σχεδον ολες μου μοιαζανε… και ειχαν ονοματα γυναικεια οι περισσοτερες… «Ναντη» - Ναντια την ελεγα…. «Ξανθουλα» - σαν την δασκαλα του δημοτικου,   «Ειρηνη» - το αγαπημενο μου…give peace a chance από μικρη…. « Βιβη» - ετουτο δεν μου εκανε συνειρμο κανεναν… Α κ «Αγαπητος»- ποιος αραγε να  ηταν αυτος ο κυριος με το τοσο συμπαθες ονομα….  Και ηταν καμποσα από δαυτα …Και αραζανε κοντα μας… Εκει στο παλιο το λιμανι… Σε ένα ντοκο που εξηχε σαν «κεφαλι» κ γυρω τρυγυρο τα πρωτα χρονια ειχε κατι «σπιτακια» σαν τροχοσπιτα για εκδοτηρια… κ καποια ειχαν κ της Ιταλιας εισητηρια… κ χαζευα τις αφισες τους με τα μεγαλα τα επιβλητικα βαπορια που τα εβλεπα να περνανε σιμα μου για το νέο το λιμανι…
Κάθε δυο ωρες ειχε τον καλο καιρο αναχωρηση…Και  δυο  μιση ωρες  εκανε από την Ηγουμενιτσα… Και έπαιρνα το ποδηλατο  κ καθομουνα στην ακρη της προβλητας (Σε μιαν ακρουλα όμως  παραμερη κ αποκομμενη μην ενοχλω κ μην σφυριξει ο λιμενικος… τα φοβομουν τοτε τα πηλικια τα ασπρα…)κ χαζευα τα αμαξια που ξεφορτωναν… τα αμαξια που φορτωναν…στην αραδα παραταγμενα… να ανεβαινουν πανω στα σχοινενια τα χαλια – εκεινα τα πλεγμενα από παλαμαρι … να παταν τον καταπελτη – κ αν ηταν κανενα μεγαλο οχημα κ βαρυ να τον πατα κ να σηκωνεται του φερυ η πρυμη… και να ακουγονται των ναυτων οι ορντινες… κοψτο δεξια… αριστερα ολο…σαν τροχονομοι… να επιβαλουνε του καταστρωματος κ του γκαραζ το νομο…
Αλλα ηθελα να περνω απεναντι… να κανω το ταξιδι ετουτο το μικρο… Και όταν εφτανε η ωρα να σαλπαρουμε μαζι….χαζευα τα ρελια τους τα σιδερενια, την σκουρια που ποτιζε το καταστρωμα κ «σηκωνε» την λαμαρινα… Ηθελε ματσακονι ελεγαν… Περπαταγα αργα στον πλαινο τον αλουε με το εισητηριο στο χερι…..δεν βιαζομουνα Και περναγα ξυστα από του μηχανοστασιου την πορτα , εκει που παντα χειμωνα καλοκαιρι εβγαζε ζεστα… να μυρισω την βαπορισια οσμη, καπνα , ανακατη με ντιζελ κ σεντινονερα κ λαδια ( α κ συνεπικουρουμενη από του γκαραζ τις αναθυμιασεις)… Ξερω ακουγεται τρελο όμως κ τωρα ακομη η μυρωδια αυτή η καραβισια  λατρεμενη παραμενει…Και στην πρυμη χαζευα τα βιντζια της αγκυρας βαμενα στις «φαβας» το χρωμα  …Κ ανεβαινα σιγα σιγα τα σκαλια…Και το σαλονι γεματο καπνα χαμηλοταβανο, τραπεζια από φορμαικα στενα γυαλιστερα κ καναπεδες δερματινης σκισμενοι… κ καρεκλες… αλλα καλυτερα εκει να μην καθομαι γιατι μπορει να κουνησει κ να πεσω… η παιδικη η «πισινη»….
 Και  ειχανε κ Μπαρ, ένα ψηλο μπαρ ισα που εφτανα να δω από μεσα… καφεδες , τοστ , πατατακια… το τριπτυχο… Καποια ειχανε κ μπουκαλια ποτων  για τους μερακληδες. Σκονισμενες ξεχαμσενες  μποτιλιες ουισκι κ πενταστερα κονιακ… δεν ειδα ποτε μερα καποιον να παραγγελνει… μονο σε κατι νυχτερινα – τα αγαπημενα μου- μεσα στην θαμπη από καπνα κ χαμηλο φωτισμο ατμοσφαιρα  κατι θηριωδεις τυποι – γιατι ολοι ειχανε μουστακι ??- παραγγελναν κ σιμα στο μπαρ σε τραπεζι ξεχωρο καθονταν… παντα καπνιζαν… κ παντα αποκομενοι από τους αλλους επιβατες του σωρου… με το πληρωμα ειχανε παρε δωσε… γνωριμοι κ θαμωνες μονιμοι… φορτηγων κ νταλικων οδηγοι….
Και ηρθε κ  η τεχνολογια κ ηρθαν κατι κουτια μεγαλα… σαν από κοντρα πλακε μοιζανε φτιαχμενα… Μαυρα  κ σκουρο καφετι… Μια οθονη μεγαλη ειχανε με κατι μπαλες(?) μεγαλες  που τρεχαν ξοπισω από κατι μικρες κ τις καταπινανε…. Πακ μαν λεει το λεγανε κ ητανε παιγνιδι… για να ψυχαγωγει τους επιβατες…μονο που εβγαζε συνεχεια μηνυμα “insert a coin to continue”….Και πηγανα σιμα στους μουστακαληδες (κ αυτοι δεκαετια 80 γαρ) παιχτες κ χαζευα πως νευριαζαν όταν χανανε….
Και στο γυρισμο από μακρυα προσμενα να δω της Κερκυρας το φρουριο, σημαδι πως κοντοζυγωναμε… Και δεν κουνουσε πολύ ετουτο το ταξιδι… Μονο μια φορα… αποκλεισμενοι στην στερια της Ηπειρου κ στο αχαρο – στα παιδικα ματια – λιμανι της ηγουμενιτσας…  οδηγοι, νταλικες , κ οχηματα… γκρινια παντου κ νευρα… βραδυαζε κ το απαγορευτικο σε ισχυ κ ουρα ατελειωτη τα αμαξια… χαμογελα μονο από του ξενοδοχειου την ρεσεπτιον… νομιζω πως  ετουτοι – μονοι από την ομυγυρη παρακαλουσαν τον αη νικολα να συνεχισει την φουρτουνα… Και αξημερωτα στην ουρα να περιμενουμε … Και ηταν το «Ναντη» που μας φορτωσε… και φευγαν καφεδες από τα τραπεζια κ ηταν κατι γιαγιαδες που σκουζανε… (Αχ με τους συνεπιβατες ποτε μου δεν συχνωτιστηκα…)Και ηταν ο βοριας ή μηπως ο μαιστρος -που να θυμαμαι- , γερός πολυ κ ειχαμε ολοι στριμωχτει στο διαδρομο γιατι φταναμε… όμως το φερυ αντι να παει προς την προβλητα , ολοενα κ ψηλωνε κ αρχισαν να βριζουν οι παραστεκουμενοι  μουσκεμενοι  καθως ητανε ως το κοκκαλο από τα κυματα τα σκονιστα που κοντραρανε στην μασκα…κ λεγανε πως ο καπετανιος ασχετος είναι κ δεν ξερει τι του γινεται με την πορεια που τραβα, και αλλοι λεγαν πως μας παει στο περα το λιμανι… κ θυμαμαι που σταθηκα στις μυτες των παπουτσιων για να αγναντεψω… κ ψελισσα πως στον ιδιο μωλο θα αραζαμε , μονο που ψηλωνε για να τον παρει η μανουβρα… Και θυμαμαι τα βλεμματα τα βλοσυρα των μουστακαληδων… γεματα απορια…να κοιτουν ένα δεκατετραχρονο δειλο κοριτσι… κ να το προσπερνουν ενοχλημενοι που τολμησε να διακοψει των υβρεων τον ειρμο… δεν ξαναμιλησα…. Φτανει που εξω δεν επεσα…

Και ηρθε η χρονια που εφυγα από την Κερκυρα… κ εχασα τις παντοφλες μου κ το χαζεμα τους … κ  μαζι το καμελια κ το Παξοι κ το Αλεξανδρος το παλιο του Κατεχη ( ερικκουσα , οθωνοι) κ το μικρο το Αλαχμανα…

Και ανταμωσα του Ριο – Αντιριου τα παμπολλα… με ονοματα κάθε λογης… ενιοτε ηρωικα… σαν του «Καναρη», ενιοτε στην Παναγιά κ σε Αγιους ταμενα… καποιες φορες ιστορικα «Σαλαμινια» σαν την αγγελλιοφορο την τριηρη τοτες με τον Αλκιβιαδη… και φυσικα πολλα παρα πολλα φεροντα ονοματα των πλοιοκτητων κ των αγαπημενων τους….
Και εκει ουρες … και εκει αψημαχιες… ακομη κ οδομαχιες… κ στριμωγμα στο γκαραζ… Ένα κοσαλεπτο το ταξιδι… ισα να πιεις ένα καφε κ δυο τσιγαρα… « το εισητηριο σας παρακαλω»….Μονο εκεινη η περατσαδα τοτε στης τριτης λυκειου την εκδρομη φανηκε να κρατα πολύ… ολη η ταξη φωτογραφια εβγαζε στο upper deck…μακρυα από τον καθηγητων τα βλεμματα… να μην τελειωνε ευχομασταν ….
Εκει στο καταστρωμα την εβγαζε φοιτητρια… κάθε δευτερη παρασκευη το Πηγαινε… κάθε δευτερη κυριακη το Ελα … και τι εφιαλτης η ταμπελα που ενημερωνε «Ριον Κλειστον» ….Κ κοντοζυγωνα  στα κλεφτα στην γεφυρα … να δω το τιμονι…να δω καπεταναιους κ να στησω αυτι… όμως συνηθως ραδιο ακουγα…συντροφια στα δρομολογια των ναυτικων αυτων… κ απογοητευση τα σερτικα βαρυα καψουροτραγουδα… Και αργοτερα σε τουτα τα Φερυ ειχα γραψει αρθρο ολακερο στην Περιπολο του Εφοπλιστη… «τα φερρυ μποουτ του Ριο» ειχε λεζαντα… Υπεροπτικα κοιτωντας τα , μαλλον τα υποτιμουσα… (α θα το βρω εκεινο το κειμενο να το ξανανεβαζω , τωρα που αλλαζα γνωμη για αυτά)….
Και ηρθε η γεφυρα κ φυγαν όλα… Σχεδον όλα…
Καποτε στο Ριο λοιπον… η λεζαντα

Και γνωρισα από την καλη κ την αναποδη του Ακτιου…Και αυτά καποτε… πριν την υποθαλασσια την ζευξη… ηταν ο «Θωμας»…. Ηταν το «Πρεβεζα»… το «Νικοπολις».. δεν ητανε πολλα… και αν αργουσες ή αν ειχε κινηση κ σε αφηνε απεξω ητανε ταλαιπωρια μεγαλη να περιμενεις το επομενο… Μ αρεσε όμως γιατι μας αφηνανε να περιμενουμε μεσα στ αμαξια…τι να συμβει σε τοσο κοντινο πορθμειο…



Και οπου περασμα μικρο λοιπον , να σου και καποια μοναχικη παντοφλα να κανει από το πουθενα εμφανιση… ποτε  στον Παγασητικό… ποτε  χαλκιδικη… στην Κρητη … σε ξεχασμενα μικρονησια… με επιβατες ολιγαριμθους που μητε το ονομα της θα συγκρατησουνε μητε στην μνημη το ταξιδι…
Και σαν να μην εφταναν οι  γεφυρες οι  μοντερνες κ οι συρραγγες οι  υποθαλασσιες  ηρθαν  και τα κλειστα τα μεγαλα τα νεοτεκτα, τα λιγοτερο καταπονημενα… ηρθαν πολυτελης κ γρηγοροι ανταγωνιστες…υπερσυχρονοι λεει… ηρθαν ταχυπλοα κ αμφιδρομα….Και παραμερισαν διχως να βγαλουν τσιμουδια, διχως να διαμαρτυρηθουν οι μικρες παντοφλες…
Και διαφανηκε σαν τελος εποχης για τουτες τις ναυπηγισεις , για τουτες τις δρομολογισεις … Και καποιες πηραν βιαστηκα  την αγουσα για τα διαλυττηρια της γειτονος Τουρκιας… καποιες αδικως  παροπλιστικαν  … σκουριασμενες να περιμενουν αδικη μοιρα κ αδοξο τελος… Και τα ζητησανε λεει – τα πιο τυχερα , τα πιο μεγαλα -σε χωρες μακρυνες να πανε να υπηρετησουνε αλλοτριους τοπους κ προορισμους… σημαδια κ μερη που απολειπαν από τον χαρτη τους….Και βαλαν πλωρη για Νικαραγουα  , για Μαγαδασκαρη, για την Σιερρα Λεονα … Ποιος να το φανταζοτανε πως θα κανανε –τα τυχερα- τετοιο ταξιδι….

Αλλα σαν να βαλθηκαν  κ αυτά που απομειναν στα πατρια τα υδατα  εσχατως να παρουν την εκδικιση τους… Και στης Κερκυρας τη γραμμη του ανοιχτου του τυπου τα φερυ πιο συμφεροντα κρινονται για  αμφοτερους , επιβατες κ πλοιοκτητες … δεν εχουν λεει καταναλωση ασυμφορη κ η συνθεση τους δεν κοστιζει τοσο… ασε που κ ρομαντικο το βρισκουν το ταξιδι τους πια πανω στο ανοιχτο καταστρωμα… Σαν αλλης εποχης αρωμα να αποπνειι λεει  …(κ όμως εγω νομιζω πως του μηχανοστασιου η θολερη κ βαρια μυρωδια είναι που βαλθηκε κ αλλους να μαγεψει)….Να ζουμε αραγε την σιωπηλη εκδικηση της Παντοφλας….Οψομεθα….


Υ.γ. Με απειρως ρομαντικη –oh yes !!!εγω – διαθεση….Ενα κειμενο αφιερωμενο λοιπον στα ακουραστα  ετουτα πλεουμενα που ουδεποτε βαρυγκομισαν….