της Στέφης Αρέλη
μερος 2ο
- λ:
- μ:
Μισοκάδενο- καμάρι που δεν πιάνει μέχρι τον απέναντι νομέα, αλλα έχει μήκος όσο το πλάτος του αλουέ (καταστρωματος) στην περιπτωση που υπάρχει καφασωτο
μαδέρι- το ξύλο εκεινο που χρησιμοπιείται για πέτσωμα. ιδανικό θεωρούνταν το Σαμιώτικο πευκο
μπουντέλι- ξύλο στήρηγμα
μονόστραβο- όταν το δέσιμο γίνεται με μονό νομέα
μπρατσόλι- γωνιακό ξύλο ενίσχυσης του δεσιματος με φυσική κούρμπα
μπαστούνι- το ξύλο που προεκτινει την πλωρη .συνανταται με δίαφορες κλίσεις
μεσαία τομή- ο νομέας που βρίσκεται στο σημείο οπου το σκάφος έχει το μέγιστο πλάτος(περίπου στην μέση ). Στον κουρσάρο 4 συνεχόμενα στραβά έχουν τις διαστάσεις της μεσαίας τομής
μαουλοπόρτι- τα ορθά γύρω από το αμπάρι
μπατσικάρμι-δέστρα πάνω στον αρμενιστή
μιξός ή μυξός-αυλάκι ανάμεσα στις στραβοξυλίες
μπαένα-καραμοσάλι σηαμαδούρα
μπιατέδες-τούρκικά παλία ξύλινα σκαρία
μαντάλι-το τελευταιο υψηλότερο μέρος των νομέων
μπλανέτα-ταβλάκι που τοποθετήται ανάβεσα στο μαδερί και το σφίχτη για να μην τραυματιστεί το ξύλο
μάσκα-το πλωρίο πλευρικό μέρος του σκαρίου (δεξία και αριστερή μάσκα). Εκφραση "έχουμε τον καιρό στη Μάσκα"
- ν:
νήμα-λεπτό νήμα από το πλωρίο στο πρυμιο ποδόσταμο, βοηθά στο αλφάδιασμα
νταβίδι- εργαλειο που σε συνδιασμο με τις βίδες-σφίχτες ή μόρσα βοηθά να στρωσουν τα μαδέρια κατα τη δειάρκεια του πετσώματος
- ξ:
- ο:
ορθόπλωρο-σκαρί με πλώρη περήφανη συνήθως καραβόσκαρο.εκφραση "είχαμε τον καιρό ορθόπλωρα"
- π:
περαδούρι- βοηθιτικό ξύλο σαν προχειρο καμάρι που ενώνει τα μανταλια των στραβών και βοηθά στην ευθυγραμμιση τους
παπαδία-είδος πρυμης
πικερία-το μακρύ κάθετο ξύλο στην κάτω μερία των καμαριών
παπάς- δέστρα
παβέτσο-απάγκιο
- ρ:
ρότολο- στρογγυλος κύλινδρος πάνω στον οποιο εσέρναν βάρκες
- σ:
σάφρα-εσωτρόπειο ( εσωτερική τροπίδα) ή σωτρόπι. ξύλο ίδιας συνήθως διατομης με την καρίνα και παραλληλο προς αυτή ,που μπαινει πάνω απο τις έδρες των νομεων και δένει το σκαφος
στραβό-ή στραβοξυλία ή νομέας.το βασικό στήσιμο και δέσιμο του σκάφους που καθορίζει τις αντοχές τους. Στα μικρα ξύλινα αποτελείται από 3 ή 4 μέρη ( τμήματα του στραβου είναι η έδρα, στρώση, το μαντάλι). Στα πρώτα σταδια της ναυπήγησης τα στραβά τοποθετήθηκαν ανά 5 - με πρωτη την μεσαία τομή, αφού πρώτα σχεδιαστηκαν στη σάλα και αποτυπωθηκαν σε λεπτο ξύλο (χνάρι)
σοκορο-το σημείο της ματίσης
σταντζόλα- ξύλο βοηθιτικό για την απεικονιση και αποτυπωση του σχήματος του τελικού ξύλου
σάλα- μέρος οπου χαράζονται και αποτυπωνονται τα στραβά
στραγαλιά- μακρύ και γερό ξύλο που ενώνει καθετα τους νομεις απο το εσωτερικό τους μέρος.Η πρωτη στραγαλια εφάπτεται της σάφρας και απο κει και περα επαφειεται στην κρίση του καραβομαραγκου που και πόσες στραγγαλιες θα τοποθετήσει.πάντως όσο περισσότερες τόσο πιο καλό το δέσιμο του σκάφους. Η στραγαλία που εφάπτεται με τα καμάρια και τους νομεις και στο εξωτερικό αντίστοιχο ύψος της έχει την τσαπα ονομάζεται καδινοπνίχτης
σκαμνία- χρύσο γερό ξύλο που δυστυχως δεν βρίσεκται σε μεγάλες ποσότητες
στρώση- μέρος του στραβού.
στρίντζο- το πλωριο στεγανό οπου συνηθως είναι η καδένα της αγκύρας.
- τ:
τακάδο η τρυπητό- το πλατύ ξύλο που μπαινει καπακι (τρυπημένο) στους νομεις και τους δενει με το άνω μέρος των καμαριων. Στο υψος του καταστρώματος.
τσαπράζι- η εκφραση "αλλάζει το τσαπράζι"¨λέγεται να για δειξει την εναλλαγή στην σειρά του καρφώματος
ταμπουκι- μικρή υπερκατασκευή στο καταστωμα για την είσοδο σε καμπίνες, αμπάρι, στρίντζο κ.λ.π.
τσάπα- το πλατυτερο μαδέρι στο ύψος των καμαριων και κάτω απο το τακάδο.
τουρέλο-το πρωτο εφαπτόμενο στην καρίνα μαδέρι
τουφέκι- δένει τα ριπίδια στην πλώρη και την πρύμη όπου δεν μπορουν να μπουν στραγαλίες
τσαρούχωμα - όταν ένα σκαρί έχει την πλώρη του ασυμμετρα υπερυψωμένη σε σχέση με την πρυμη. αντιθετη εκφραση: "ειναι με τα μούτρα"
- υ:
- φ:
φούρμα- λεπτο και στενό ξυλο που τοποθεται πλωρα - πρυμα στασ τραβά σε διαφορα ύψη για να δειξει την γραμμή του σκαφους και ενδεχομενες ατελειες που απαιτουν ειτε πλανιαρισμα είτε σφήνες
φερμενέλα- λέξη ασχετη που ακουστηκε ομως και που αρεσε... η θηλια της πόρτας
φουρνιστή-γωνιακό ξύλο σαν μπρατζολι, πολύ γερό που δένει τις δυο πλευρες της πλωρης εσωτερικα ( και της πρύμης σε καποια σκαρια)
φουρμάρισμα - η τοποθετηση της φουρμας. απαιτει καλό μάτι.
φορστέρι-ξύλινο μπαούλο
- χ:
- ψ:
- ω: