27.4.09

της Στέφης Αρέλη (αδημοσίευτο και για καιρό χαμένο)

Κατά την διάρκεια πρόσφατης μετακόμισης ανακάλυψα κείμενα και ποιήματα της – πρώτης νιότης μου που ήταν περίοδος έντονης εσωστρεφειας- που είχα γράψει και θεωρούσα χαμένα.

Κάποια αξίζουν να διαβαστούν κάποια είναι ξεπερασμένα…Σίγουρα σήμερα έχω μια πιο ρεαλιστική ματιά, λιγότερο ρομαντική.

Το παρακάτω το είχα γράψει- χρόνια 10 πριν- όταν εγκλωβισμένη στη στεριά , αναπολούσα και αναζητούσα απεγνωσμένα ξανά την ελευθερία της θάλασσας…

Ίσως λογοτεχνικά αν μην λέει και πολλά όμως συναισθηματικά σίγουρα αγγίζει όσους ένιωσαν έστω και μια φορά την ζωοφόρο πνοή της αλμύρας…


αφιερωμένο λοιπόν σε όλους όσους παραμένουν για πάντα στην καρδία αληθινά θαλασσινοί.

Κοχυλιών και κοχλιών ….

Αν χειμώνα καιρό σε άμμο πάνω βαδίσεις….

Εκεί που η πνοή η θαλασσινή,

με του χώματος το άγγιγμα να συγκαιραστεί μάταια προσπαθεί,

Κοχύλια των πελάγων και της στεριάς κοχλιους ανάκατα θα αντικρίσεις…

Κοχύλια άγρια ,κομμάτια σπασμένα,

με τα φύκια , κοινή τους η μοίρα γραμμένη,

Θάλασσας ιστορίες , φουρτούνες και αλμύρα,

Βιώματα ζωηρά, ένδοξα, περασμένα …

Ποσειδώνα γνώρισαν και Ναϊάδες,

καραβιών πλώρες θωρούσαν,

Γοργόνες ακρόπρωρων, σειρήνες γυναίκες

Στολίδια σε ακροδάχτυλα τα κρατούσαν…

Σε ναυάγια παλιών σκαριών απάνω φωλιάσαν,

Σε βάθη ωκεανών και θαλασσών βυθούς,

Δελφινιών λαλιές για άκουσμα είχαν,

Εκεί που αλαργεύει των ανθρώπων ο νους….

Απομεινάρια αποστεωμένα και λείψανα τώρα,

Την ζωή τους την αλλοτινή νοσταλγούν,

Εδώ που το κύμα τους ξέβρασε,

κατάντησαν

με κοχλιούς στεριανούς να «συζητούν».

Και τι να τους πούνε τώρα οι «άλλοι»,

Μακρινοί της στεριάς συγγενείς,

Ιστορίες πεζές και μονότονες,

Για βροχές , συννεφιές και καιρούς….

Τους διηγούνται – οι του χώματος κοχλιοί- ο χρόνος στο καβούκι πως περνάει…

-«Κυλάει??» η απορία

- «Φυσικά» αγέρωχα και με άγνοια απαντούν .

«Στο κέλυφος σου κλεισμένος σαν είσαι,

τοίχους σαν αντικρίζεις καθημερινά,

λεπτομέρειες θα βρεις ασήμαντες,

λεπτομέρειες άφθονες

να γεμίσεις της μικρής σου ζωής τα κενά…»

-« Μα εμείς του νερού του αλμυρού.,

με το βλέμμα έξω αντικρίζουμε,

της θάλασσας θάματα και αναστεναγμούς,

των κυμάτων και του καιρού αιώνιες εναλλαγές ,

των καραβιών βάσανα και ταξιδεματα,

πλεούμενων ρότες και ναυτικούς…

που καιρός και που χρόνος

με λεπτομέρειες να ασχοληθούμε μικρες,

που καιρός και που χρόνος

τη βαρυγκώμια να νιώσουμε, ζήσης μονότονης υπό το βάρος ενός καβουκιού…»

Και γω λαθροκουστής της κουβέντας αυτής

Συγκρίσεις κάνω κρυφές,

ελπίζοντας αιώνια να παραμείνω,

Των κοχυλιών παντοτινός θαυμαστής…

1 σχόλιο:

Φάνης Σέμπρος είπε...

Αν και τα "συνήθη" κείμενά σου δε στερούνται ποίησης και λυρισμού -κάθε άλλο!-
εδώ βλέπουμε μια άλλη πτυχή της πολυτάλαντης προσωπικότητάς σου!
Δυστυχώς δεν είμαι φιλόλογος για να πιστοποιήσω ΚΑΙ τη λογοτεχνική αξία, που είμαι βέβαιος πως είναι μεγάλη.
Σ' ευχαριστούμε πολύ που εξωτερίκευσες και αφειδώς μοιράστηκες μαζί μας αυτό το δημιούργημα της "εσωστρεφούς" περιόδου!